Τρεις βδομάδες πριν από το άνοιγμα των σχολείων απομακρύνεται η πιθανότητα της υποχρεωτικής επαναφοράς της μάσκας στα θρανία για τους μαθητές και τους καθηγητές, ενώ το φθινόπωρο φαίνεται πως έρχεται επιφυλάσσοντας πιθανώς ένα έβδομο κύμα κορονοϊού, όμως δεν αναμένεται να είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που βιώσαμε το καλοκαίρι.
Καθησυχαστικός λοιπόν για την πορεία της πανδημίας είναι ο καθηγητής πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης ο οποίος εξηγεί ότι πλέον βρισκόμαστε στην ενδημική φάση του κορονοϊού, αφού οι περισσότεροι άνθρωποι νοσούν ήπια, αρκετά κρούσματα δεν καταγράφονται πουθενά και οι ασθενείς που νοσηλεύονται στα νοσοκομεία είναι πλέον στην συντριπτική τους πλειονότητα άτομα υπερηλικιωμένα, ηλικίας 80 ετών ή και μεγαλύτερα και μεσήλικες με υποκείμενα νοσήματα υγείας δηλαδή άνθρωποι με πολύ εύθραυστη υγεία.
Έτσι λοιπόν και στην Ελλάδα όπως και σε όλη την Ευρώπη απομακρύνεται το σενάριο που θέλει να επιστρέφουν τα υποχρεωτικά μέτρα κατά της πανδημίας με την χρήση μάσκας και τον εμβολιασμό να καθίστανται πλέον προαιρετικά και να υπάρχει ισχυρή σύσταση τόσο για τον εμβολιασμό σε ευπαθείς ειδικές ομάδες όσο και για την χρήση μάσκας, με τον υπουργό υγείας Θάνο Πλεύρη να διευκρινίζει ότι μπορεί να υπάρξουν κάποιοι χώροι όπου θα παραμείνει η μάσκα υποχρεωτική όπως είναι τα νοσοκομεία, τα διαγνωστικά κέντρα, τα ιατρεία και οδοντιατρεία και τα μέσα μαζικής μεταφοράς αλλά το πιθανότερο είναι ότι οι μαθητές θα γυρίσουν πιο ελεύθεροι πίσω στο σχολείο.
«Τα παιδιά δεν μας ανησυχούν» λέει ο καθηγητής Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης ενώ μαζί του συμφωνεί και η καθηγήτρια επιδημιολογίας και προληπτικής ιατρικής ΕΚΠΑ Ντόρα Ψαλτοπούλου η οποία δεν βλέπει να καθίσταται ο εμβολιασμός υποχρεωτικός με αναμνηστικές δόσεις για τα υγιή παιδιά. Τα παιδιά με υποκείμενα νοσήματα αποτελούν ευπαθή ομάδα αντίστοιχη με τους ανθρώπους μεγάλης ηλικίας.
Σε όλη την Ευρώπη φεύγουμε από τις στρατηγικές υγείας που έχουν υποχρεωτικά μέτρα καθώς κανένας δεν επιθυμεί ένα αστυνομοκρατούμενο κράτος και πηγαίνουμε σε μία λογική ατομικής και συλλογικής ευθύνης.
Ο λόγος που μπορούμε να κάνουμε αυτή τη μετάβαση η οποία βέβαια υποστηρίζεται και από τα επιδημιολογικά δεδομένα -τους σκληρούς δείκτες της πανδημίας -είναι ότι έχει αυξηθεί σημαντικά η υβριδική ανοσία στην κοινότητα καθώς αρκετά μεγάλο ποσοστό ατόμων έχει εμβολιαστεί με τρεις δόσεις και μετά οι άνθρωποι αυτοί νόσησαν και με μία από τις υποπαραλλαγές της Όμικρον γεγονός που σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας διπλασιάζει τους τίτλους των εξουδετερωτικών αντισωμάτων.
Όπως εξηγεί ο καθηγητής Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης η σχετική έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας έγινε στην περιοχή της Δεσκάτης, μια συγκεκριμένη περιοχή η οποία βίωσε ένα πολύ ισχυρό κύμα πανδημίας το 2020 που τρόμαξε τους κατοίκους με αποτέλεσμα να εμβολιαστούν σε ποσοστό 94%. Όταν αργότερα οι μήνες πέρασαν και αναδύθηκαν τα στελέχη της Όμικρον ο κόσμος νόσησε ξανά -στην πλειονότητα των περιστατικών οι νοσήσεις ήταν ήπιες- αλλά παρόλα οι τίτλοι αντισωμάτων εκτοξεύθηκαν με τον καθηγητή Κωνσταντίνο Γουργουλιάνη να λέει καθησυχαστικά ότι μετά από πέντε ή έξι ή επτά μήνες οι τίτλοι αντισωμάτων μπορεί να πέφτουν αλλά οργανισμός των ανθρώπων δε μένει ανοχύρωτος και αυτό γιατί υπάρχει η κυτταρική ανοσία η οποία είναι μακράς διαρκείας.
Ο μεγάλος πονοκέφαλος των ειδικών δεν είναι τα παιδιά ούτε οι υγιείς ενήλικες, είναι οι ηλικιωμένοι και οι υπερήλικες οι άνθρωποι κυρίως 80 ετών και άνω και οι άνθρωποι 65 ετών και άνω που έχουν υποκείμενο νόσημα οι οποίοι μπορεί να είναι ακόμα ανεμβολίαστοι. Στην πατρίδα μας τουλάχιστον 80.000 υπερήλικες ακόμα δεν έχουν εμβολιαστεί και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης τους αποκαλεί ξεροκέφαλους καθώς έχει φανεί ότι οι άνθρωποι αυτοί κινδυνεύουν από κάθε μετάλλαξη.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν πρέπει να αναβάλλουν την διενέργεια της τέταρτης δόσης ενώ για όλους τους υπόλοιπους ισχύει ότι ανάλογα με την ευαλωτότητα τους θα πρέπει να συμβουλευτούν το γιατρό τους και να τηρούν τα μέτρα προστασίας.