Ο δημοσιογράφος Νίκος Παρασκευάς αναφέρεται με σχετικές λεπτομέρειες στην υπόθεση της Καβαλιώτισσας συμβολαιογράφου, η οποία ενώ έχει φτάσει μέχρι το Υπουργείο Δικαιοσύνης με πολλαπλές αναφορές από την καταγγέλλουσα, εντούτοις η διαλεύκανσή της δεν προχωρά…
Διαβάστε παρακάτω το πλήρες ρεπορτάζ της εφημερίδας Παρόν:
«Μια περίεργη υπόθεση φαίνεται ότι εξελίσσεται τα τελευταία τρία χρόνια στην Καβάλα, με μια γνωστή συμβολαιογράφο της περιοχής να καταγγέλλει, με αναφορές στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, εξώδικα και μηνύσεις, δικαστικούς λειτουργούς της Βόρειας Ελλάδας για απρόκλητη, απερίγραπτη και συνεχιζόμενη άσκηση μπούλινγκ εναντίον της, που έχει κάνει τη ζωή της κόλαση και διαταράσσει, όπως είναι φυσικό, την οικογενειακή της γαλήνη.
Συγκεκριμένα, όπως καταγγέλλει η ίδια στις μηνύσεις και στις αναφορές (μια κυρία και μια συμπληρωματική) που έχει υποβάλει προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, οι δικαστικοί λειτουργοί ασκούν μπούλινγκ εναντίον της, καλύπτοντας προϊστάμενο εισαγγελίας πρωτοδικών, ο οποίος την κακοποιεί βάναυσα λεκτικά, την εκφοβίζει εκμεταλλευόμενος τη θέση του, την απειλεί και την απαξιώνει, και μάλιστα εντός του εργασιακού χώρου.
Όταν, δε, εκείνη για να αμυνθεί, προχώρησε στη λήψη των μέτρων που προβλέπει ο νόμος, άρχισε ένα απίστευτο κυνηγητό σε βάρος της, με εμπλοκή της σε υποθέσεις για τις οποίες, κατά τους ισχυρισμούς της, δεν είχε ιδέα ή ήταν ανάξιες λόγου, μόνο και μόνο για να επικρέμεται πάνω της ως δαμόκλειος σπάθη μια καταδίκη που θα την αποτρέψει να συνεχίσει τον αγώνα της.
Όμως η συμβολαιογράφος, επειδή πιστεύει στο δίκιο της, δεν πτοήθηκε και απάντησε με αγωγή στο Ειδικό Δικαστήριο Κακοδικίας, αναφέροντας περιστατικά έντονης λεκτικής βίας, με απειλές, καταλογισμό κατασκευασμένων αδικημάτων, παραβάσεις της ποινικής δικονομίας, κατάχρηση εξουσίας κ.λπ.
Δεν θα ασχολούμασταν με το θέμα, αλλά το κάνουμε επειδή έχει πολλές ιδιαιτερότητες. Κατ’ αρχάς είναι ένα περιστατικό μπούλινγκ κατά γυναικός, το οποίο, επειδή είναι στην επαρχία, δεν πήρε… χαμπάρι κανένας, γι’ αυτό και δεν έχει αναδειχθεί.
Επιπλέον, οι καταγγελλόμενοι είναι δικαστικοί λειτουργοί, και αυτό έχει τη δική του σημασία. Γιατί αν δεχθούμε πως οι καταγγελίες είναι πραγματικές –και δεν έχουμε λόγο να το αμφισβητήσουμε, γιατί υπάρχει πληθώρα στοιχείων και μαρτυριών–, θα πρέπει να διερευνηθεί ο λόγος που οι δικαστικοί λειτουργοί προβαίνουν στις ενέργειες που τους αποδίδει η καταγγέλλουσα. Αν, δηλαδή, το Υπουργείο Δικαιοσύνης θέλει να κάνει σωστή δουλειά, από εκεί θα πρέπει να ξεκινήσει.
Επιπλέον, θα πρέπει να διερευνηθεί η καταγγελία της συμβολαιογράφου, σύμφωνα με την οποία οι μηνυτήριες αναφορές που έχει υποβάλει, καθώς και η προκαταρκτική εξέταση που είχε παραγγείλει ο πρώην εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Ντογιάκος επί των πειθαρχικών αναφορών που του υπέβαλε έχουν… κολλήσει, ενώ οι εις βάρος της υποθέσεις… καλπάζουν.
Εμείς δεν παίρνουμε το μέρος κανενός. Ούτε τη μεν γνωρίζουμε ούτε τους δε. Απλώς, η υπόθεση, για τους λόγους που προαναφέραμε, μας κίνησε το ενδιαφέρον και, εφόσον διερευνηθεί, μπορεί να έχει και μεγαλύτερο, γι’ αυτό και την αναδείξαμε. Από εκεί και πέρα, τον λόγο έχουν τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας. Εκείνα έχουν και το μαχαίρι και το καρπούζι.
Θα το κάνουν όμως; Περιμένουμε…».