Με το βλέμμα στραμμένο στο πακέτο παροχών που θα ανακοινώσει ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης το Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου στην ομιλία του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ), βρίσκονται οι πολίτες. Ο Πρωθυπουργός, μεταξύ άλλων, αναμένεται να εξαγγείλει μια σειρά από μέτρα με στόχο την ενίσχυση της μεσαίας τάξης, μέσα από φοροελαφρύνσεις αλλά και μέτρα για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος.
Αναφορικά με τα μέτρα οικονομικής ενίσχυσης, στόχος είναι κάθε πρωτοβουλία, κάθε ενίσχυση να φτάνει στους δικαιούχους. Δηλαδή υπάρχουν πολλές, που για παράδειγμα δίνεται μια αύξηση στο κατώτατο μισθό και «εξανεμίζεται» μεγάλο μέρος της από την αλλαγή φορολογικής κλίμακας.
Πρόσφατα σε έκθεσή του ο ΟΟΣΑ επεσήμανε ότι η φορολογική επιβάρυνση για τους μισθωτούς στην Ελλάδα αυξήθηκε όχι λόγω φόρων αλλά επειδή η αύξηση των εισοδημάτων οδήγησε σε υψηλότερο φορολογικό κλιμάκιο, δηλαδή η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας “ροκάνισε” τις μισθολογικές αυξήσεις που δόθηκαν.
Πριν από μια εβδομάδα στην ανασκόπησή του ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ότι «το πρωτογενές πλεόνασμα για το διάστημα Ιανουαρίου-Ιουλίου είναι υψηλότερο από τον στόχο που είχαμε θέσει κατά 1,2 δισ. ευρώ. Αρχή μας είναι τα πλεονάσματα να επιστρέφονται στους πολίτες, κάθε διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος θα αξιοποιείται προς όφελος της κοινωνίας».
Παρεμβάσεις στη φορολογία
Στόχος της κυβέρνησης λοιπόν είναι το όποιο πλεόνασμα καταγράφεται στην ελληνική οικονομία να επιστρέφεται στους πολίτες. Προς αυτή την κατεύθυνση και προκειμένου να αντιμετωπισθεί ως ένα σημείο η ακρίβεια, μεγάλο βάρος θα δοθεί στη μείωση φόρων για χαμηλόμισθους, πολύτεκνους αλλά και όσους ανήκουν στη «μεσαία τάξη» δηλαδή έχουν εισοδήματα πάνω από 10.000 ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται η εισαγωγή νέου φορολογικού συντελεστή για εισοδήματα από 10.001 μέχρι 20.000 ευρώ.
Η προσθήκη ενός ενδιάμεσου συντελεστή στο κλιμάκιο εισοδήματος από 10.001 ευρώ μέχρι και 20.000 ευρώ, όπου ο συντελεστής φορολόγησης, από 9% που εφαρμόζεται για εισοδήματα μέχρι και 10.000 ευρώ, αυξάνεται απότομα στο 22%. Ενδεχόμενη μείωση του δεύτερου κλιμακίου της φορολογίας από το 22% στο 15% εκτιμάται πως μπορεί να έχει ένα κόστος κοντά στα 600 εκατ. ευρώ, ενώ στο 18% περιορίζεται στα 400 εκατομμύρια ευρώ.
Επίσης, υπάρχουν σκέψεις για αύξηση του εισοδηματικού ορίου άνω του οποίου επιβάλλεται ο ανώτατος συντελεστής 44%, που σήμερα ισχύει από τα 40.000 ευρώ και πάνω. Και αύξηση του ποσού στο οποίο εφαρμόζεται συντελεστής 9%. Συγκεκριμένα, υπάρχει πρόταση να αυξηθεί το σημερινό όριο των 10.000 ευρώ της φορολογικής κλίμακας, στα οποία εφαρμόζεται συντελεστής φόρου 9%, στα 12.000 ευρώ, χωρίς καμία παρέμβαση στους συντελεστές. Σε αυτή την περίπτωση καταγράφονται σημαντικές μειώσεις για μισθωτούς και συνταξιούχους. Για παράδειγμα η επιβάρυνση για έναν συνταξιούχο με ετήσιο εισόδημα 11.000 ευρώ περιορίζεται από τα 343 ευρώ στα 231 ευρώ. Αντίστοιχα, για έναν μισθωτό που έχει ετήσιο εισόδημα 15.000 ευρώ ο φόρος μειώνεται στα 963 ευρώ από 1.283 ευρώ.
Ακόμη εξετάζονται κλιμακωτές φοροαπαλλαγές ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών, όπως για παράδειγμα μια πολύτεκνη οικογένεια με 4 ή 5 παιδιά και άνω να μην πληρώνει καθόλου φόρους για ετήσια εισοδήματα 30.000 ευρώ ή και περισσότερα.
Κατάργηση προσωπικής διαφοράς
Αναφορικά με τους συνταξιούχους εξετάζεται η πλήρης κατάργηση της προσωπικής διαφοράς από το 2026, ένα μέτρο θα ξεκλειδώσει τις αυξήσεις για 670.000 συνταξιούχους. Οι συγκεκριμένοι έχουν στερηθεί συνολικά αύξηση 13,15% την τελευταία τριετία, καθώς οι αυξήσεις 7,75% (2023), 3% (2024) και 2,4% (2025) κατευθύνονταν μόνο σε όσους δεν είχαν προσωπική διαφορά.
Εάν διατηρούνταν το ισχύον καθεστώς, πολλοί συνταξιούχοι δεν θα έβλεπαν καμία αύξηση για ακόμη πέντε ή και δέκα χρόνια. Με την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς από το 2026, θα ξεκινήσουν να λαμβάνουν κανονικές αυξήσεις από την επόμενη χρονιά.
«Σπίτι μου 3»
Την ίδια στιγμή το «Σπίτι μου 3» σχεδιάζει να ενεργοποιήσει η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τη στεγαστική κρίση. Το νέο στεγαστικό πρόγραμμα θα έλθει ως συνέχεια του υφιστάμενου προγράμματος με διευρυμένα, όμως, εισοδηματικά κριτήρια ώστε να μεγαλώσει η περίμετρος των δικαιούχων και να αποκτήσουν πρόσβαση σε πρώτη κατοικία περισσότεροι νέοι και οικογένειες.